«Για τον αδελφό μου και όλες τις ψυχές που χάνονται λόγω του εθισμού»

Σε έναν κόσμο που συχνά επισκιάζεται από τη σιωπή και το στίγμα, οι προσωπικές ιστορίες έχουν τη δύναμη να πυροδοτούν την ενσυναίσθηση μέσα μας. Ένα απόγευμα συναντήθηκα με τον Σωκράτη Κωνσταντίνου, ένα συμπονετικό άτομο που ξεδίπλωσε τη πονεμένη ψυχή του και μοιράστηκε μαζί μου τη βαθιά προσωπική και σπαρακτική ιστορία του αδυσώπητου αγώνα του μικρότερου του αδελφού, Ανδρέα, με τον εθισμό, με γνώμονα να τιμήσει τον αδελφό του που έφυγε νωρίς.

Από την Ιωάννα Τζούλιου

Εκείνο το απόγευμα, η φωνή του Σωκράτη έτρεμε από θλίψη και απογοήτευση καθώς διηγούταν τη συγκλονιστική ιστορία του μικρού του αδελφού, Ανδρέα. Είναι μια ιστορία που ξετυλίγει το κουβάρι της οδυνηρής πραγματικότητας του εθισμού, αποκαλύπτοντας ένα σύστημα γεμάτο κενά και μια κοινωνία που συχνά κλείνει τα μάτια. Η μάχη του Ανδρέα με τον εθισμό κατέληξε σε τραγωδία πριν από ένα χρόνο, μια ζωή που κόπηκε από την απουσία κρίσιμων συστημάτων υποστήριξης που απαιτούνται απεγνωσμένα για την καταπολέμηση της καταστροφής από την κατάχρηση ουσιών. Η ανοιχτόκαρδη εξιστόρηση του Σωκράτη, μου επέτρεψαν να γίνω μάρτυρας των συνεπειών μιας κυβέρνησης και μιας κοινωνίας που αδυνατούν να απλώσουν ένα χέρι βοήθειας σε όσους το έχουν ανάγκη, αφήνοντας τους ξεκρέμαστους μέσα στην απόγνωση.

Η ιστορία του Ανδρέα ξεκινά με φόντο μια οικογένεια που έχει διασπαστεί. Με το διαζύγιο των γονέων τους, ο Σωκράτης διέμενε με τη μητέρα τους, ενώ ο Ανδρέας διέμενε με τον πατέρα τους στη Λευκωσία. Ο Σωκράτης θυμάται έντονα τα πρώτα σημάδια, όταν η συμπεριφορά του Ανδρέα άρχισε να παίρνει μια ανησυχητική τροπή γύρω στην ηλικία των 15 ετών. Ανησυχώντας για την ευημερία του αδελφού του, ο Σωκράτης το εκμυστηρεύτηκε στη μητέρα τους, ελπίζοντας σε κατανόηση και παρέμβαση. Ωστόσο, ως μητέρα που αγαπούσε με όλο της το είναι το γιο της, δεν μπορούσε να το πιστέψει. Η άρνηση την επισκίασε. Μετά από επτά χρόνια η μητέρα τους άρχισε τελικά να αναγνωρίζει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τον μικρότερο γιο της, ξεκινώντας την αρχή μιας απελπισμένης αναζήτησης για βοήθεια.
Όταν ο Ανδρέας έφτασε στην ηλικία των 20 ετών, εισήχθη στο Κέντρο Συμβουλευτικής Εξάρτησης Εφήβων και Οικογενειών «Περσέας» στη Λευκωσία. Φαινόταν σαν φάρος ελπίδας, μια ευκαιρία για εκείνον να ανακτήσει τη ζωή του. Ωστόσο, ο δρόμος προς την ανάρρωση αποδείχθηκε επίπονος, με περιορισμένους πόρους και υπερφορτωμένα ιδρύματα που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις πιεστικές ανάγκες όσων ζητούσαν βοήθεια. Έπειτα, ο Ανδρέας απευθύνθηκε στο «Κέντρο Πολλαπλής Παρέμβασης». Το αίτημα της οικογένειας να εισαχθεί ο Ανδρέας στην «Αγία Σκέπη – Θεραπευτική κοινότητα» συνάντησε απόρριψη, καθώς δίνεται προτεραιότητα σε εξαρτημένους με νομικές υποχρεώσεις, και μπορεί να δεχθεί μόνο εικοσιπέντε άτομα. Αυτή η άδικη ιεραρχία τους ανάγκασε να διερευνήσουν εναλλακτικές λύσεις πιο μακριά.
Η αναζήτησή τους τούς οδήγησε στη Θεσσαλονίκη και στην «Αυτογνωσία Κέντρο Απεξαρτησίας». Ωστόσο, μέσα στα όρια αυτού του ιδρύματος, το πνεύμα του Ανδρέα άρχισε να μαραίνεται, καθώς υποβλήθηκε σε πρακτικές που έμοιαζαν περισσότερο με αίρεση παρά με τόπο θεραπείας. Αποφασισμένη να προστατέψει τον γιο της, η μητέρα τους ξεκίνησε μια επίπονη αναζήτηση για ένα πιο κατάλληλο ίδρυμα, παρεμποδισμένη από την υπεκφυγή αυτών των ασύλληπτων κέντρων.
Γυρνώντας από την Ελλάδα, με πολλή προσπάθεια, ο Ανδρέας εισήχθη στην «Αγία Σκεπή», που του πρόσφερε μια σύντομη ανάπαυλα. Η σκληρή πραγματικότητα ενός συστήματος που έχει ξεπεράσει τα όριά του εισχώρησε για άλλη μια φορά στη ζωή τους. Απογοητευμένος και αποθαρρημένος, ο Ανδρέας πήρε τη δύσκολη απόφαση να φύγει, αναζητώντας εναλλακτικές οδούς για να νικήσει τον εθισμό του, αφού εκείνο το διάστημα πολλοί έφευγαν από εκεί. Με ακλόνητη αποφασιστικότητα, ο Ανδρέας στράφηκε στο «Αποφασίζω Κυπριακό Ινστιτούτο Ψυχοθεραπείας», ένα μέρος όπου ήλπιζε να βρει παρηγοριά και υποστήριξη στο ταξίδι του προς την ανάρρωση.
Μέσα από αμέτρητες δοκιμασίες, ο Ανδρέας πάλεψε επίμονα για να ανακτήσει τη ζωή του. Πάλεψε ενάντια στον στιγματισμό της κοινωνίας, ο οποίος το έκανε εξαιρετικά δύσκολο να εξασφαλίσει εργασία και να επανενταχθεί στον κόσμο. Ωστόσο, η αποφασιστικότητά του έλαμψε, καθώς αναζητούσε εργασία, κέρδιζε τα προς το ζην και επιδίωκε σχέσεις με άλλους. Λαχταρούσε την αποδοχή, αλλά το στίγμα της κοινωνίας επέμενε, αφήνοντάς τον να αισθάνεται απομονωμένος και περιθωριοποιημένος. Ωστόσο, καθώς η μάχη μαινόταν, ο Ανδρέας αντιμετώπιζε μια δύσκολη πορεία γεμάτη προκλήσεις και αναποδιές. Μια μοιραία μέρα, φορτωμένος από μια συντριπτική βαρύτητα, έφτασε σε οριακό σημείο. Η μητέρα του και ο Σωκράτης αναγνώρισαν τα σημάδια της δυσφορίας, καλώντας τη ψυχίατρο του σε μια απελπισμένη έκκληση για βοήθεια. Η μητέρα του θέλοντας να τον προστατέψει, πήρε μια πολύ δύσκολή απόφαση, να ζητήσει ένταλμα σύλληψης του γιου της. Η αστυνομία της είπε ότι δεν γίνεται τη δεδομένη στιγμή, και την παρότρυναν να επιστρέψει την επόμενη ημέρα. Έπειτα την επόμενη ημέρα, αφού πήγε και πάλι η μητέρα του, να ζητήσει το ένταλμα από το δικαστήριο, η αστυνομία τον πήρε από το σπίτι τους, και τον πήγε στη ψυχίατρο στη Λάρνακα. Οι προσπάθειές τους αντιμετωπίστηκαν με διαβεβαιώσεις ότι «όλα ήταν καλά», παραμερίζοντας την αγωνία που στροβιλίζονταν κάτω από την επιφάνεια.

Εκείνη η μέρα έμεινε χαραγμένη στη μνήμη τους για πάντα. Ο Ανδρέας έφυγε από το σπίτι, με το μυαλό του θολωμένο και χαμένο, αφού ένιωσε ότι ούτε η ψυχίατρος δεν μπορούσε να τον βοηθήσει. Αναζήτησε παρηγοριά στην αγκαλιά του παππού του στο γειτονικό χωριό, αλλά έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του πια και βρισκόταν εκτός τόπου και χρόνου. Τελικά, βρέθηκε στην Αγία Θέκλα. Και εκεί, το ταξίδι του βρήκε τραγικό τέλος… Την ίδια μέρα οι αστυνομικοί ανακοίνωσαν στον Σωκράτη και τη μητέρα του το χαμό του, με τη δικαιολογία ότι «δεν μπορούσαμε να κάνουμε και πολλά, αφού ήταν κρουσμένος».
Μέσα από δάκρυα και μια φωνή βαριά από τη θλίψη, ο Σωκράτης μας καλεί να αναγνωρίσουμε τη σημασία της υποστήριξης και την απόλυτη ανάγκη για αλλαγή. Η ιστορία του Ανδρέα δεν είναι μια μεμονωμένη τραγωδία. Είναι μια αντανάκλαση των αμέτρητων ζωών που χάνονται εξαιτίας ενός συστήματος που δεν δίνει προτεραιότητα στην ολοκληρωμένη υποστήριξη όσων παλεύουν με τον εθισμό. Η απουσία ιδρυμάτων που είναι εξοπλισμένα για να φιλοξενήσουν τον τεράστιο αριθμό ευάλωτων ατόμων που έχουν ανάγκη, αφήνει πολλούς να ταλανίζονται χωρίς ελπίδα. Ο Σωκράτης πιστεύει ακράδαντα ότι αν υπήρχε πιο ουσιαστική υποστήριξη, η ζωή του αδελφού του δεν θα χρειαζόταν να θυσιαστεί και αμέτρητοι άλλοι θα μπορούσαν να βρουν παρηγοριά και ανάρρωση, αγκαλιάζοντας τελικά ένα μέλλον γεμάτο δυνατότητες. Η Κύπρος αποτελεί το μέρος που ζουν πολλοί άνθρωποι που παλεύουν με τον εθισμό, λαχταρώντας να απελευθερωθούν, αλλά βρίσκονται εγκαταλελειμμένοι τόσο από την κοινωνία όσο και από τις αρχές, αφήνοντας τους να δίνουν τις μάχες τους μόνοι τους.

Ο Σωκράτης τόνισε ότι δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μπροστά στις σκληρές πραγματικότητες που αντιμετωπίζουν όσοι παλεύουν με τον εθισμό, ούτε να αγνοούμε τις αποτυχίες του συστήματος που μονιμοποιούν τον πόνο τους. Είναι επιτακτική απαίτησης οι αρχές να αναγνωρίσουν την επείγουσα ανάγκη για αυξημένους πόρους και ολοκληρωμένα συστήματα υποστήριξης. Η ώρα για την αλλαγή είναι τώρα, καθώς προσπαθούμε να διασφαλίσουμε ότι δεν θα χαθούν άλλες ζωές στα βάθη της λαβής του εθισμού. Παροτρύνει επίσης, όλους όσους παλεύουν με εθισμό, να ανοιχτούν και να μιλήσουν για ότι τους βασανίζει, ζητώντας βοήθεια. Κοιτώντας τα μάτια του Σωκράτη, έβλεπα τον πόνο που κουβαλάει η ψυχή του… Συνέχισε, λέγοντας μου πως αφήνει την κληρονομιά του Ανδρέα να αποτελέσει καταλύτη για μετασχηματισμό. Επιθυμία του είναι η μνήμη του αδελφού του να υποκινήσει όλους μας να αγωνιστούμε για μια κοινωνία που θα τείνει ένα χέρι συμπόνιας και υποστήριξης σε όσους το έχουν ανάγκη. Μαζί, μπορούμε να σπάσουμε τις αλυσίδες του στίγματος και να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο υποστήριξης που επιτρέπει σε άτομα όπως ο Ανδρέας, να διεκδικήσουν ξανά τη ζωή τους και να ξαναγράψουν την ιστορία τους.