Aντώνης Καλημέρας – Της Σκεύης Κυριάκου
ΒΑΣΙΚΟ ΣΤΕΛΕΧΟΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΝΕΩΝ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΟΥ ΓΙΑ 12 ΣΥΝΑΠΤΑ ΕΤΗ, Ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΗΜΕΡΑΣ ΥΠΗΡΞΕ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΕΣ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΕΣ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ’80.
Γεννημένος τα πολυτάραχα χρόνια του 1955,σαν γνήσιο τέκνο του Παραλιμνιού έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα μέσα από τις φημισμένες ακαδημίες της Ένωσης Νέων Παραλιμνίου, ανελισσόμενος συνεχώς τα στάδια της ποδοσφαιρικής πυραμίδας και φτάνοντας στην καθιέρωση με την πρώτη ομάδα της Ένωσης την περίοδο 1975-76. σε ηλικία 19 ετών.
Το βάπτισμα του πυρός στην πρώτη ομάδα συνέπεσε με τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν της τουρκικής εισβολής και την εκπλήρωση της στρατιωτικής του θητείας. Για να καταφέρει να αγωνίζεται στην ομάδα που αγαπούσε, αναγκαζόταν να πηγαινοέρχεται σχεδόν καθημερινά στα Λύμπια όπου έδρευε η στρατιωτική του μονάδα, πολλές φορές ακόμα και με ωτοστόπ.
Οι παλαιότεροι έχουν να θυμούνται το ευθύβολο, γεμάτο δύναμη σουτ του με
το οποίο συνήθιζε να τρομοκρατεί τους αντίπαλους τερματοφύλακες, πολλές φορές εκτελώντας τους από τα 35-40 μέτρα. Αγωνίστηκε καθόλη τη διάρκεια της καριέρας του στον χώρο του κέντρου ως κεντρικός χαφ-κόφτης διακρινόμενος για το σουτ, τη μακρινή μπαλιά ακριβείας και το δυνατό στυλ παιχνιδιού, στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα για τη θέση που αγωνιζόταν.
Παρά το δυναμικό του παίξιμο, ο παίκτης με το νούμερο 6 στην πλάτη ήταν πάνω απ’ όλα παίχτης ήθους. Ξεχώριζε στο γήπεδο για τη μεγάλη του ψυχραιμία και το ήθος που τον διακατείχε, χωρίς να έχει δεχτεί ούτε μία φορά κόκκινη κάρτα στη δωδεκαετή του ποδοσφαιρική πορεία. Μεγαλύτερη στιγμή στην καριέρα του σύμφωνα με τον ίδιο είναι η πρόκριση με την ΕΝΠ στον τελικό του Κυπέλλου Κύπρου τη χρονιά 1981 έχοντας μάλιστα αποκλείσει στα ημιτελικά τον Απόλλωνα Λεμεσού στη Λεμεσό. Άλλη μια σπουδαία στιγμή στην καριέρα του αποτέλεσε και η κλήση του στην Εθνική Ομάδα της Κύπρου το 1980.
Μέλος κι αυτός της χρυσής –και αδικημένης- φουρνιάς ποδοσφαιριστών της ΕΝΠ, ο Αντώνης Καλημέρας έζησε από πρώτο χέρι την απογοήτευση 2 χαμένων τελικών, και των δύο απέναντι στην Ομόνοια, το 1981 και το 1983.
Η χρονιά 1985-1986 αποτέλεσε το κύκνειο άσμα της ποδοσφαιρικής καριέρας του.
Ο ίδιος πήρε την απόφαση να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά παπούτσια σε ηλικίας μόλις 30 ετών. Μέχρι εκείνη τη στιγμή το ποδοσφαιρικό κοντέρ έγραφε 12 συναπτά έτη, όλα με την αγαπημένη του ομάδα της ΕΝΠ, έχοντας φορέσει και το περιβραχιόνιο του αρχηγού για κάποιο διάστημα.
Αθεράπευτα ρομαντικός, ο κύριος Αντώνης αναπολεί με νοσταλγία τα ποδοσφαιρικά του χρόνια. Θυμάται εποχές όπου ο ποδοσφαιριστής αγωνιζόταν για τη φανέλα, το έμβλημα στο στήθος και όχι για τα χρήματα.
Όμορφες εποχές, κατά τις οποίες οι συμπαίκτες του ήταν φίλοι και αδελφοί, τόσο στις χαρές όσο και στις λύπες, μέσα και έξω από το γήπεδο. Ο κόσμος περιέβαλλε με αγάπη και ένιωθε δικούς του ανθρώπους τους ποδοσφαιριστές της Ένωσης. Με τους συμπαίκτες του διατηρεί μέχρι και σήμερα εγκάρδιες σχέσεις συμμετέχοντας ενεργά στον σύνδεσμο παλαιμάχων της Ένωσης, διοργανώνοντας εκδηλώσεις, ταξίδια και ποδοσφαιρικά παιχνίδια παλαιμάχων.
Μέχρι τις μέρες μας λαμβάνει αγάπη από τον κόσμο, στα μάτια του οποίου χαίρει μεγάλης εκτίμησης, όπως και όλοι οι συμπαίκτες του, γεγονός που σύμφωνα με τον ίδιο είναι το μεγαλύτερο δώρο που του έχει αφήσει η ενασχόληση με το ποδόσφαιρο.
Παρά το γεγονός ότι έχει κατέχει δίπλωμα προπονητή ήδη από το 1988, εξαιρουμένου ενός μικρού περάσματος στον χώρο της προπονητικής, ο ίδιος έχει συνειδητά αποφασίσει να εγκαταλείψει τον χώρο αυτό. Η απουσία γηγενών ποδοσφαιριστών που να προέρχονται από τα φυτώρια της ομάδας πληγώνει τον κύριο Αντώνη σε μεγάλο βαθμό.
Σύμφωνα με τον ίδιο « Για να μπορέσει ένα σωματείο μικρότερης δυναμικής όπως είναι η ΕΝΠ να ανταγωνιστεί τις ισχυρότερες ομάδες, είναι μονόδρομος γι’ αυτή η επιστροφή στις ρίζες της με την επένδυση στις ακαδημίες και την παραγωγή ντόπιων ταλέντων. Η ξενομανία που επικρατεί στον χώρο του κυπριακού ποδοσφαίρου αφενός δημιουργεί πρόβλημα ομοιογένειας λόγω των συχνών ανακατατάξεων στο ρόστερ αφετέρου στερεί στα ντόπια ταλέντα την ευκαιρία να αναδειχθούν».