Η Πρετ-α-Πορτέ ζωή που δεν ήθελα να έχω
Του Ζανέττου Λουκά
Ό,τι νιώθω για τον τόπο που με γέννησε το γράφω σε 600 λέξεις που δεν δυσκολέυτηκα και πολύ να τις βάλω κάτω στο χαρτί.
Κυριακή πρωί. Λύνω εξισώσεις στον εγκέφαλο μου, καθώς ακούω μουσική στον υπολογιστή. Στο μικρό βιβλιαράκι παλεύω με τους πολλαπλασιασμούς και τις τιμές των εξισώσεων. Μη επιλύσιμες. Προσπαθώ να βρω μαθηματική άκρη σ’ αυτό τον ταμπλά που φορτωθήκαμε με την ταμπέλα του ιού. Ρε πούστη ούτε το όνομα του δεν θέλω να γράφω πλέον. Διαβάζω την αλληλογραφία μου, αφαιρώντας όποιο αρνητικό συναίσθημα τριγυρίζει το κεφάλι μου. Τίποτα το αξιόλογο.
Κάνω σκέψεις για να βγω μία βόλτα. Κυριακή είναι κάπου θα μας βγάλει. Βιταμίνες D και C, μαγνήσιο και Ωμέγα 3. Κάψουλες ευεξίας. Χρειάζεται ευεξία ξέρεις για να αντέξεις τη ζωή στον τόπο μας. Η Αμμόχωστος το Φθινόπωρο είναι σαν το Κόσσοβο το καλοκαίρι. Δουλεύεις, πληρώνεις, πας σπίτι, πληρώνεις, βγαίνεις απ’ το σπίτι, δουλεύεις. Αν έχεις παιδιά τότε τα απογεύματα υπάρχει το έξτρα εργασιακό ταξιτζή χωρίς ταρίφα.
Χρειάζεσαι 35 λεπτά περίπου για να διανύσεις οδικώς ολόκληρη την ελεύθερη επαρχία Αμμοχώστου. Σε ολόκληρη τη διαδρομή περνώντας από το Κάβο Γκρέκο μέχρι το Αυγόρου και από το Λιοπέτρι μέχρι την περιοχή Κάππαρη θα αντιληφθείς ότι εκτός από καφετέριες, φαγάδικα, μεζονέτες και καταλύματα, τάδε έφη ιδιωτικές πρωτοβουλίες, τα υπόλοιπα είναι νεκρά. Ένας άχαρος απολίτιστος τόπος χωρίς υπαίθρια πάρκα, λίμνες, χωρίς θέατρα, χωρίς βιβλιοθήκες, γήπεδα, σινεμά. Χωρίς εκδηλώσεις με φανερή την απουσία μίας πολιτιστικής νότας. Αν προσθέσεις όλα τα γήπεδα της επαρχίας μας δεν βγάζεις ένα σωστό. Το ίδιο και τα θέατρα. Σινεμά δεν έχουμε ούτε μισό γι’ αυτό δεν το βάζω καν στη λίστα. Αν θες σινεμά θα πρέπει ουσιαστικά να ταξιδέψεις σε άλλη επαρχία ξοδεύοντας ένα 50ευρο σε βενζίνες, εισιτήρια, ποτά και ποπ-κορν.
Στο Παραλίμνι που ζω, σε τούτο δα τον μοιραίο τόπο, οι κάτοικοι του κολλήσαν στις αναμνήσεις των όμορφων δεκαετιών του 80’ και 90’, τότε που ο κόσμος του «ζούσε τον τόπο του» και διέπρεπε σε πολιτιστικά και αθλητικά δρώμενα. Σήμερα δεν υπάρχει κάποιο σημάδι που να δείχνει κάτι αισιόδοξο. Αντιθέτως έχουμε φτιάξει μία πόλη κομμένη σε 2 τμήματα. Αυτό που περνάνε καλά οι τουρίστες και αυτό που ζούμε εμείς. Εμείς
που ζούμε πίσω από την μπροστινή βιτρίνα. Το μπροστινό τμήμα το δανείζουμε και το πουλάμε κάθε Μάρτιο και το παίρνουμε πίσω κάθε Νοέμβριο. Το δανείζουμε σε ξένους και εγχώριους που ξέρουν να απολαμβάνουν τον τόπο μας. Εμείς παρακολουθούμε σαν χαζά να απολαμβάνουν τα λιμάνια και τις θάλασσές μας, υπηρετώντας τους σε ένα ακόμη καπρίτσιο τους. Γιατί έτσι είμαστε εμείς. Πρώτα επιχειρηματίες και δούλοι του
Μαμωνά και μετά άνθρωποι. Επιστρέφω πίσω. Ξανακάνω ανάποδα τον κύκλο. Άκυρη εξοχή. Επαλληλία μηδέν. Όλα άσχετα χωσμένα μες το χώμα. Μεζονέτες που ξεπετάγονται μέσα από τα σπλάχνα της γης. Θα φτιάξουν γκολφ Μίστερ. Θα γίνουμε γκόλφερ οσονούπω. Είναι σαν να ζεις σε ένα ερειπωμένο κτήριο του 1940 και να θες να το ανακαινίσεις αλλά το πρώτο πράγμα που θες να κάνεις είναι να προσθέσεις χρυσοδιαμαντένιους πολυέλαιους και οι γύρω σου να είναι και χαρούμενοι ότι η ανακαίνιση σου πέτυχε. Όλα είναι δήθεν. Πολλά σπίτια θα κτιστούν γύρω από το Γκολφ. Όχι δικά σου. Το πολύ-πολύ να πάρεις κανένα περίπτερο στα 5 χιλιόμετρα. Θα παρακολουθείς ξανά σαν χαζός τη γη των παππούδων σου να καταλήγει σε ξένα χέρια, οι οποίοι θα απολαμβάνουν αυτά που εσύ δεν έχεις. Εσύ απλά θα είσαι ένας πάσης φύσεως υπηρέτης. Μέχρι να ρθει το Φθινόπωρο. Ένα Φθινόπωρο πιο ανιαρό και από ταινία του Αλμοδοβάρ. Θα χρειαστούμε κι άλλες κάψουλες Μίστερ. Λίγοι εξόδοι με λίγα λόγια. Σαν να είμαστε σε ανάρρωση. Μαυροφορεμένη κατοχή με μικρές ρουφηξιές ελευθερίας. Μέσα σ’αυτή τη Πρετ-α- Πορτέ ζωή που μας μπάξωσαν με το ζόρι εσύ θα είσαι η μαριονέτα. Όσο για μένα δεν ξέρω. Θα αντιδρώ μέχρι με φτάνουν οι δυνάμεις μου. Θα το γράφω, θα το φωνάζω μέχρι τελικής πτώσεως. “Το χορκόν οὐκ ἐλάττω παραδώσω”.