Το προϊστορικό φρούριο της Νιτοβίκλας – Του Άγγελου Σμάγα

Η εποχή του Χαλκού στην Κύπρο είναι μια περίοδος πλούτου και ευημερίας, ταυτόχρονα όμως αποτελεί ένα χρονικό διάστημα αναταραχών, όπως αυτό αποδεικνύεται από τις οχυρωματικές κατασκευές σε διάφορα σημεία του νησιού. Ένα από τα σημαντικότερα τέτοια φρουριακά συγκροτήματα της προϊστορικής εποχής είναι το περίφημο κάστρο της Νιτοβίκλας στην Κερόβια της Καρπασίας, που ανασκάφηκε το 1929 από τη σουηδική αρχαιολογική αποστολή.

Πρόκειται για οχυρό της Μέσης Εποχής του Χαλκού (1900-1650 π.Χ.) που ανεγέρθηκε επάνω σε χαμηλό λόφο μιας παραθαλάσσιας κοιλάδας, την οποία διαρρέει ποταμός. Το φρουριακό σύμπλεγμα αποτελούνταν από ένα μεγάλο ενιαίο τετράγωνο κυκλώπειο περιτείχισμα με ισχυρούς λιθόκτιστους πύργους τόσο στις δύο πλευρές της εισόδου όσο και στις αντικρινές γωνίες του οικοδομήματος, καθώς και από μια εσωτερική αυλή γύρω από την οποία διατάσσονταν αρκετά δωμάτια. Οι οροφές των δωματίων ήταν επίπεδες, καλυμμένες με ξύλα και πηλό και, εκτός του ότι παρείχαν προστασία από τα καιρικά φαινόμενα, χρησίμευαν
και ως παρατηρητήρια καθώς και για θέσεις μάχης. Σε αυτές οι υπερασπιστές του ανέβαιναν με ξύλινες σκάλες από την εσωτερική αυλή, στην οποία μάλιστα υπήρχε δεξαμενή για συγκέντρωση νερού.

Φαίνεται ότι τα αρχιτεκτονικά πρότυπα του οχυρού της Νιτοβίκλας μπορούν να εντοπιστούν στην παρακείμενη Μικρά Ασία αλλά και στις συροπαλαιστινιακές ακτές. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν ξαφνιάζει καθώς στα εντυπωσιακά κτερίσματα των τάφων της εποχής εκείνης αντικατοπτρίζεται το εύρος των εμπορικών επαφών της Μεγαλονήσου με διάφορα κέντρα της Ανατολικής Μεσογείου, όπως και των επιρροών που η Κύπρος δέχτηκε σε ποικίλους τομείς, ανάμεσά τους και στη φρουριακή αρχιτεκτονική. Παράλληλα όμως, υπογραμμίζεται η ευμάρεια της κοινωνίας η οποία για την προστασία του πλούτου της βρισκόταν σε μια κατάσταση αυξημένης επιφυλακής, όπως αυτή φανερώνεται από την οικοδόμηση και άλλων οχυρών στην υπόλοιπη Κύπρο (Άγιος Σωζόμενος – Δάλι, Κρηνί – Κερύνεια), αλλά και στην ίδια την Καρπασία. Συγκεκριμένα, εκτός από το οχυρό της Νιτοβίκλας στην Κορόβια, σε λοφώδη περιοχή του διπλανού χωριού Λυθράγκωμη, λίγες εκατοντάδες μέτρα βόρεια της Παναγίας Κανακαριάς, υπάρχει ακόμα ένα προϊστορικό φρούριο κατασκευασμένο με κυκλώπειες πέτρες, το οποίο όμως είναι εντελώς άγνωστο και ανεξερεύνητο. Μέσα από αυτό το μεγαλιθικό τείχος φαίνεται ότι η άρχουσα τάξη μπορούσε να ελέγχει την περιοχή του στενότερου σημείου της Καρπασίας όπου ήταν δυνατόν κανείς να μεταβεί με συντομία από τη θάλασσα του κόλπου της Αμμοχώστου στις βόρειες ακτές της Κύπρου και το αντίστροφο.

Η ύπαρξη αυτών των προϊστορικών κάστρων, σε συνδυασμό με το πλήθος των χάλκινων όπλων (ξίφη, μαχαίρια, εγχειρίδια) που βρίσκονται στους τάφους εκείνης της εποχής, καθώς και οι ομαδικοί τάφοι και οι πολλοί θάνατοι που δεν οφείλονταν σε επιδημίες, προφανώς σχετίζονταν με τις αναταραχές για διεκδίκηση του πλούτου που διαφύλασσαν τα φρούρια, όπως αυτό της Νιτοβίκλας. Οι δε αναστατώσεις μπορεί να συνδέονταν με μια εσωτερική ανισορροπία στην οποία καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες, διεκδικώντας ισότιμη πρόσβαση στα άφθονα αγαθά, κατέφευγαν στη λύση της πολεμικής σύγκρουσης με τους κατέχοντες. Κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν μάλιστα ότι αυτές οι εσωτερικές διενέξεις είχαν ξεσπάσει ανάμεσα στο βορειοδυτικό τμήμα της Κύπρου που είχε τον έλεγχο των μεταλλείων και το νοτιοανατολικό που είχε το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργήσιμης γης, με σκοπό ο νικητής να εξασφαλίσει τη δυνατότητα εκμετάλλευσης τόσο των πλούσιων μεταλλείων χαλκού όσο και της εύφορης γης. Από την άλλη, οι ταραχές ίσως να είχαν να κάνουν με επιδρομές πληθυσμών από τη Μικρά Ασία καθώς και από άλλες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, όπου άλλωστε λάμβαναν χώρα διάφορες πολεμικές συγκρούσεις εκείνη την εποχή, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει αυτή των κουρσάρων Υκσώς τον 17ο αιώνα π.Χ.

Όποια πάντως και να είναι τα αίτια των συγκρούσεων, τα οποία στο τέλος της Μέσης Εποχής του Χαλκού αυξήθηκαν σε ένταση και συχνότητα, οδήγησαν τελικά στην ολοκληρωτική καταστροφή του φρουρίου της Νιτοβίκλας και στην αχρήστευσή του, παρότι τους αμέσως επόμενους αιώνες έγιναν προσπάθειες να επαναξιοποιηθεί. Έτσι, ό,τι σήμερα εξακολουθεί ακόμα να διατηρείται από εκείνο το οχυρό ανάμεσα στη θαμνώδη χλωρίδα του τόπου, είναι σειρές γκρεμισμένων λίθων παραταγμένων «σαν πετρωμένοι μυώνες κυκλώπων, η ανατομία μιας ξοδεμένης δύναμης κάτω απ’ το μάτι του αρχαιολόγου» (Γ. Σεφέρης).