Του Σταυρού – Του Άγγελου Σμάγα
«Τον Σταυρίτη καρτερώ σε» μου είχε πει κάποτε ένας Τουρκοκύπριος στην κατεχόμενη Αμμόχωστο, προκαλώντας μου απορία για το πώς ένας μουσουλμάνος αναφερόταν στον μήνα Σεπτέμβριο με έναν χριστιανικό όρο, αφού έτσι αποκαλούνταν παραδοσιακά από αρκετούς ορθοδόξους ο συγκεκριμένος μήνας, λόγω της εορτής του Τιμίου Σταυρού.
Αυτό βέβαια δεν είναι το μόνο παράδοξο, αλλά ερμηνεύσιμο, φαινόμενο ανάμειξης του χριστιανικού κόσμου με τον μουσουλμανικό, καθώς, ειδικά στην Κύπρο, μια σειρά χωριών τους τελευταίους αιώνες κατοικούνται από μουσουλμάνους, αλλά φέρουν χριστιανικά ονόματα. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα στην επαρχία Αμμοχώστου αποτελούν τα αμιγώς τουρκοκυπριακά χωριά Άγιο Ανδρονικούδι, Άγιος Ευστάθιος, Άγιος Ιάκωβος, Άγιος Συμεών, Άγιος Χαρίτων και Σανταλάρης (Σαντ-Άγιος Ιλαρίων), των οποίων οι κάτοικοι προφανώς και αλλαξοπίστησαν κατά την περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας υπό την πίεση των κατακτητών. Κάτι αντίστοιχο παρατηρείται και σε κάποια ακόμα τουρκοκυπριακά χωριά της Αμμοχώστου που φέρουν ελληνικά ονόματα όπως Μαράθα, Αλόα, Γαληνόπωρνη, Γαλάτεια, Πλατανισσός, Λειβάδια, Κρίδια και Αυγολίδα, στην οποία μάλιστα μέχρι πρόσφατα το μόνο θρησκευτικό κτίριο που υπήρχε ήταν ο ναός της Αγίας Μαρίνας και όχι κάποιο μουσουλμανικό τέμενος.
Βέβαια, σε σχέση με το τελευταίο, οι Οθωμανοί κατακτητές φρόντισαν σε άλλες περιπτώσεις, αμέσως μετά την υποδούλωση του νησιού το 1571, αντί να οικοδομήσουν εξαρχής δικά τους τεμένη, να μετατρέψουν αρκετές εκκλησίες σε τζαμιά για να μπορούν να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα τόσο οι τρεισήμισι χιλιάδες μουσουλμάνοι στρατιώτες που παρέμειναν μόνιμη εποπτεύουσα φρουρά, όσο και οι δώδεκα χιλιάδες οικογένειες που ο σουλτάνος μετέφερε στην Κύπρο.
Οι Οθωμανοί επέβαλαν την άμεση μετατροπή αρκετών χριστιανικών ναών σε μουσουλμανικά τεμένη, εφαρμόζοντας μια σειρά αρχιτεκτονικών προσαρμογών όπως την πρόσθεση κόγχης προσευχής στον νότιο τοίχο με κατεύθυνση τη Μέκκα κι ενός μουσουλμανικού άμβωνα στα δεξιά της, καθώς και την ανέγερση μιναρέ αξιοποιώντας, ως επί το πλείστο, τον πυργίσκο του κωδωνοστασίου. Μια τέτοια απόφαση, βεβαίως, πάντα συνοδευόταν και από την ταυτόχρονη καταστροφή της Αγίας Τράπεζας και του εικονοστασίου, το ασβέστωμα των τοιχογραφιών ή την απολάξευση του ανάγλυφου διάκοσμου και τον αφανισμό γενικά όλου του λειτουργικού εξοπλισμού που σχετιζόταν με το χριστιανικό λατρευτικό τελετουργικό.
Χαρακτηριστικά τέτοια παραδείγματα ναών που μετατράπηκαν σε τζαμιά κατά την οθωμανική περίοδο, και μάλιστα σχεδόν τίποτα πια δεν θυμίζει το χριστιανικό τους παρελθόν, είναι οι εκκλησίες του Αγίου Ανδρόνικου στο Άγιο Ανδρονικούδι, του Αγίου Ανδρόνικου στον Άγιο Ανδρόνικο, του Αγίου Συμεών στον Άγιο Συμεών και της Αγίας Μαρίνας στη Γαλάτεια, όλες τους στην Καρπασία.
Επιπρόσθετα, στην πόλη της Αμμοχώστου ο πρώτος ναός στον οποίο ο θριαμβευτής Λαλά Μουσταφά Πασάς προσέφερε ευχαριστήριες προσευχές στον Αλλάχ, μετά τη μετατροπή του σε τζαμί, είναι αυτός του Αγίου Νικολάου, τρίκλιτος των αρχών του 14ου αιώνα. Εκτός του ότι, ως ο καθεδρικός ναός της πόλης, ήταν ο πιο εντυπωσιακός, βρισκόταν επιπλέον σε κεντρικό σημείο, γεγονός που τον καθιστούσε τον πιο προσιτό στους πιστούς για την ικανοποίηση των θρησκευτικών αναγκών τους. Αφού έγιναν διάφορες τροποποιήσεις, όπως αυτές που προαναφέρθηκαν, αλλά και μετά τη φραγή της εισόδου στο νότιο παρεκκλήσιο και την κατεδάφιση του βόρειου, καθώς και τη θραύση των αγαλμάτων που κοσμούσαν τον γοτθικό ναό και το βάψιμο κάποιων κιονίσκων με το ιερό χρώμα του Ισλάμ, το πράσινο, το «Τζαμί Λαλά Μουσταφά Πασά» άρχισε να λειτουργεί ως χώρος προσευχής για τους μουσουλμάνους. Δεν έχει πάψει μάλιστα να διαδραματίζει αυτόν τον ρόλο μέχρι σήμερα, καθιστώντας το ένα από τα παλαιότερα και σημαντικότερα μουσουλμανικά τεμένη του νησιού.
Ένας άλλος εντυπωσιακός τρίκλιτος ναός του 14ου αιώνα, φραγκοβυζαντινού ρυθμού, που αμέσως μετά την πτώση της πόλης από τους Οθωμανούς μετατράπηκε στο «Τζαμί Σινάν Πασά», ήταν αυτός των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, του οποίου η αυλή χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο επιφανών Οθωμανών. Ωστόσο, το μνημείο έπαψε να χρησιμοποιείται ως τζαμί κατά τη διάρκεια της βρετανικής αποικιοκρατίας και μετατράπηκε σε αποθήκη σιτηρών, εξ ου και μετονομάστηκε σε «Τζαμί Σιτηρών».
Μια ακόμα μικρότερη μονόκλιτη εκκλησία της φραγκοκρατίας με βυζαντινές επιρροές που μετατράπηκε σε τζαμί, ήταν αυτή της Αγίας Αικατερίνης, γνωστή με το όνομα «Βυρσοδεψών», γιατί κατά την οθωμανική περίοδο χρησιμοποιήθηκε από τους βυρσοδέψες, που δραστηριοποιούνταν επαγγελματικά εκεί, ως συνοικιακό τέμενος για τις καθημερινές προσευχές τους.
Τέλος, ένας ακόμα μονόκλιτος ναός του 14ου αιώνα με ορθόδοξες αρχιτεκτονικές επιρροές, ο οποίος εξακολουθεί να λειτουργεί ως τζαμί μέχρι σήμερα, είναι αυτός του Τιμίου Σταυρού. Σε ανάμνηση του συγκεκριμένου ναού μάλιστα ανεγέρθηκε ομώνυμη εκκλησία στην περιοχή των Βαρωσίων, όταν, μετά την οθωμανική κατάκτηση, οι χριστιανοί κάτοικοι εκδιώχτηκαν έξω από τα τείχη της μεσαιωνικής Αμμοχώστου.
Όπως κάθε Σεπτέμβρη μέχρι και το 1974, έτσι και φέτος στην ενορία του Σταυρού στο Βαρώσι, οι ορθόδοξοι κανονικά αυτόν τον μήνα θα ετοιμάζονταν για τον πανηγυρικό εορτασμό του καμαροσκέπαστου μονόκλιτου ναού τους. Αντί όμως να τελέσουν τη μεγάλη δεσποτική εορτή με την οποία τιμάται η ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού, σύμβολο θυσίας και αήττητο όπλο κατά του πολυπρόσωπου κακού, καρτερούν σχεδόν μισόν αιώνα τώρα να ξαναψάλλουν στην εκκλησία τους το απολυτίκιο «Σώσον, Κύριε, τον λαόν Σου … νίκας … κατά βαρβάρων δωρούμενος» διαφυλάσσοντας βαθιά μέσα τους την πίστη ότι του Σταυρού έπεται η Ανάσταση.