Τα νεολιθικά Νησσιά του Πρωταρά
Του Άγγελου Σμάγα
Πόσες φορές δεν περπάτησα την ακτογραμμή του Κάβο Γκρέκο, από τον Κάππαρη ως τον Ποταμό του Λιοπετριού; Ένα από τα σημεία της διαδρομής όπου το βλέμμα μου, αντί να ατενίζει την εκμαυλιστική Μεσόγειο, στρέφεται στη στεριά, είναι κάποιος λοφίσκος στα Νησσιά του Πρωταρά. Δεν είναι όμως τόσο η φυσική του ομορφιά όσο το αρχαιολογικό του βάρος που μαγνητίζει τη ματιά μου.
Εκεί εντοπίστηκε η πρώτη μόνιμη εγκατοίκηση ανθρώπων στην περιοχή, που πραγματοποιήθηκε πριν από 7.000 χρόνια, κατά τη Νεολιθική εποχή. Πρόκειται για μια περίοδο στην οποία είχε παγιωθεί το παραγωγικό μοντέλο της νεολιθικής οικονομίας και οι κοινωνίες αφήνοντας πίσω τους την εξάρτηση από το κυνήγι και την τροφοσυλλογή, είχαν αποφασιστικά προσανατολιστεί στην κτηνοτροφία και την γεωργία για να στηρίξουν την επιβίωσή τους. Στα Νησσιά εντούτοις συνέβαινε κάτι παράδοξο. Παρότι μέσα από τη μελέτη του οστεολογικού υλικού διαπιστώνεται η κατανάλωση κρέατος εξημερωμένων ζώων, όπως τα αιγοπρόβατα και οι χοίροι, ταυτόχρονα καταγράφεται ο πολύ μεγαλύτερος αριθμός οστών θηραμάτων, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι προϊστορικοί Νησσιώτες εξακολουθούσαν να επιμένουν στις κυνηγετικές τους δραστηριότητες. Τα περισσότερα μάλιστα από τα θηράματά τους ήταν ελάφια, τα οποία διαβιούσαν στα πυκνά δάση του Κάβο Γκρέκο μέχρι τον Μεσαίωνα, οπότε εξαλείφθηκαν ολοκληρωτικά, όπως και άλλα είδη της θηρεύσιμης πανίδας. Δεν είναι περίεργο πάντως από την άλλη ότι η στενή σχέση του οικισμού με τη θάλασσα οδηγούσε στην κατανάλωση οστρέων καθώς και άλλων αλιευμάτων που παρείχαν σε αφθονία οι ορμίσκοι των Νησσιών.

Οι προϊστορικοί Νησσιώτες, για όλες αυτές τις δραστηριότητες επιβίωσης, στηρίζονταν σε εργαλεία ποικίλων κατηγοριών και υλικών. Έτσι, κατασκεύαζαν αξίνες και πελέκεις από τριπτές πέτρες για γεωργικές και υλοτομικές εργασίες, ξέστρα και λεπίδες από αποκρουσμένες κροκάλες για γδάρσιμο και τεμαχισμό ζώων, οπείς και σπάτουλες από λειασμένα κόκκαλα για διάνοιξη τρυπών και στίλβωση επιφανειών.
Για την προμήθεια μάλιστα των πρώτων υλών κατασκευής των εργαλείων, οι νεολιθικοί κάτοικοι των Νησσιών ταξίδευαν αρκετές φορές μέχρι τις παρυφές του Τροόδους, ώστε να εξασφαλίσουν τα καταλληλότερα πετρώματα. Δεν αποκλείεται βέβαια να τα αποκτούσαν μέσα από ένα δίκτυο επαφών με άλλες απομακρυσμένες κοινότητες της Κύπρου εκείνης της εποχής. Το υψηλό επίπεδο παραγωγικής δραστηριότητας επαληθεύει και η εξαιρετική ποιότητα κεραμικής που ανασκάφηκε στα Νησσιά. Μαγειρικά και αποθηκευτικά σκεύη, αγγεία για διάφορες καθημερινές δραστηριότητες φτιαγμένα από τον πηλό της περιοχής, τα οποία ανάλογα με τη χρήση για την οποία προοριζόταν υιοθετούσαν ειδικά μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά.
Εκτός όμως από τις επιτυχείς λύσεις σε σχέση με τα ζητήματα της επιβίωσής, οι νεολιθικοί Νησσιώτες προχώρησαν και στη δημιουργία ενός πλήθους μη χρηστικών αντικειμένων, που απεικόνιζαν το επίπεδο ανάπτυξης της ιδεολογίας στον οικισμό. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονταν τα διακοσμητικά μοτίβα της κεραμικής, κυρίως κόκκινες ταινίες πάνω στη λευκή επιφάνεια των αγγείων, καθώς και ένα εντυπωσιακό σε ποικιλία σύνολο ειδωλίων. Μερικά από αυτά μάλιστα ήταν μοναδικά στον κυπριακό χώρο, όπως η σχηματοποιημένη απόδοση ενός ψαριού. Η εικόνα συμπληρωνόταν με τα πολυάριθμα, μικρογραφικά αγγεία και τα κοσμήματα από επεξεργασμένους λίθους και οστά. Αυτά στο σύνολό τους βαθαίνουν τη γνώση μας για τον τρόπο που ο νεολιθικός Νησσιώτης προσπαθούσε να ερμηνεύσει τα φαινόμενα τα οποία περιτριγύριζαν την κοινότητά του. Επρόκειτο για μια κοινότητα, η οποία διαβιούσε σε τριάντα περίπου οικίες ανεπτυγμένες σπειροειδώς γύρω από μια κεντρική πλατεία. Στην περιφέρεια του οικισμού είχε οικοδομηθεί ένας ισχυρός τοίχος που οριοθετούσε πεταλοειδώς τον χώρο εμποδίζοντας την ελεύθερη είσοδο στην κατοικημένη περιοχή. Η οικοδόμηση αυτού του τοίχου, που απαιτούσε κοινοτική συνεργασία, ολοκλήρωνε, σε συνδυασμό με τον ποταμό Λουμπάρτη στα βόρεια και την βραχώδη κατωφέρεια στα ανατολικά, τον οχυρωματικό χαρακτήρα του χώρου. Ο όποιος αμυντικός ρόλος του ισχυρού τοίχου φαίνεται πάντως ότι καταστρατηγήθηκε κάποια στιγμή, καθώς η εγκατάσταση επεκτάθηκε με περίπου δέκα ακόμα οικίες έξω από αυτόν, υποδεικνύοντας τη μειωμένη αξία των λόγων για εκδήλωση συγκρούσεων.

Όσον αφορά τις οικίες, ήταν επιμελημένες κατασκευές με τετράγωνη κάτοψη και αποστρογγυλεμένες γωνίες, που αξιοποιούσαν τις ιδιότητες της πέτρας και του στοιβαχτού πηλού για την ανέγερση τοίχων. Κάποια σπίτια μάλιστα, οικοδομήθηκαν σε συνεργασία με τους γείτονες, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν από κοινού τοίχους υπογραμμίζοντας έτσι τις κοινωνικές σχέσεις αλληλοστήριξης μεταξύ των νοικοκυριών. Εντύπωση προκαλούν ακόμη τα τεχνολογικά εξελιγμένα βοτσαλωτά δάπεδα σπιτιών, μοναδικό φαινόμενο στη νεολιθική Κύπρο, τα οποία πρέπει να αντιμετώπιζαν αποτελεσματικά το πρόβλημα υγρασίας που προξενούσε η γειτνίαση με τη θάλασσα.
Σε σχέση με όλα τα παραπάνω οικοδομικά δεδομένα έγινε μια αξιοσημείωτη προσπάθεια από τους αρχαιολόγους αυτά να αποκατασταθούν στην αρχική τους μορφή επί τόπου, ώστε να αποδοθεί ικανοποιητικά η εικόνα του νεολιθικού οικισμού. Ίσως γι’ αυτό, όποτε βαδίζω στα Νησσιά, έχω την αίσθηση πως δεν οδοιπορώ απλώς σε μια ακτή του Πρωταρά, αλλά ότι περιδιαβαίνω μονοπάτια τα οποία με οδηγούν πίσω στο παρελθόν, τότε που πρωτοκατοικήθηκε το Κάβο Γκρέκο.