Μικρομεγάλος, ετών σαράντα δυο! – Του Παντελή Θεοδοσίου

Ο Νοέμβριος από το λατινικό novem (εννέα) είναι ο δεύτερος μήνας του Φθινοπώρου και ο ενδέκατος μήνας του έτους. Ξεκινά κάθε χρόνο την ίδια ημέρα που αρχίζουν ο Φεβρουάριος και ο Μάρτιος, με εξαίρεση τα δίσεκτα έτη. Στην αρχαία Αθήνα ο Νοέμβριος ισοδυναμούσε με το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μήνα Πυανοψιώνα και το πρώτο δεκαπενθήμερο του μήνα Μαιμακτηριώνα. Μήνας αφιερωμένος στον Θεό των καιρικών συνθηκών Δία (Μαιμάκτη) με ικεσίες για έναν ήπιο καιρό μιας και τον Νοέμβριο το κρύο δυνάμωνε. Ένα θεαματικό αστρικό φαινόμενο, η «Βροχή των Λεοντιδών», συμβαίνει στις 17 Νοεμβρίου σηματοδοτώντας κάθε χρόνο την περίοδο έλευσης του κρύου και του Χειμώνα. 

Ο Νοέμβριος είναι γνωστός ως Μεσοσπορίτης, Βροχάρης, Αρχαγγελίτης και Ανακατωμένος λόγω των ακατάστατων καιρικών συνθηκών. Γεννημένος τον Νοέμβριο, αυτό το τελευταίο προσωνύμιο ταιριάζει γάντι με τον χαρακτήρα μου. Τοξοτάκι λοιπόν! Σε όσους πιστεύουν στα ζώδια ξέρουν ότι ένας τοξότης είναι η προσωποποίηση της αισιοδοξίας, της εκφραστικότητας, της θετικότητας, της προθυμίας, της δοτικότητας και της πρωτοπορίας. Στο πακέτο «τοξότης» περιλαμβάνεται επίσης λίγη υπερβολή, ματαιοδοξία, φλυαρία και ωμότητα. Αυτοί είμαστε και σε όποιον αρέσουμε. Άστρα είναι αυτά και μην τολμήσεις να τα βάλεις μαζί τους!

Κάθε Νοέμβριο ζω ένα δράμα. Για πολλούς τα γενέθλια αποτελούν μια γιορτινή μέρα. Για μένα, μέρα απολογισμού για έναν ακόμα κύκλο που έκλεισε στον απόηχο των ατελείωτων τηλεφωνημάτων για ευχές. «Μη μου τους κύκλους τάραττε!» λέω δυνατά στην πεντηκοστή κλήση και απενεργοποιώ τη συσκευή. Σαράντα δύο χρόνια τώρα δεν πήρα μια απόφαση αν αυτήν την μέρα θέλω να με θυμούνται ή όχι.

Κάτσε, σοβαρέψου, μεγάλωσες, γιε μου, μου είπε προχθές ο μπαμπάς μου σχετικά με την άποψη μου για ένα θέμα.

Πολύ ευχαρίστως, αλλά εκείνη την καρέκλα της σοβαρότητας την ψάχνω εδώ και σαράντα δύο χρόνια, απάντησα.

Η μαμά μου αρχικά γέλασε και έπειτα με κοίταξε με νόημα. Ξαφνικά έγινε η κλασσική κύπρια μάνα και άρχισε να λέει τα δικά της.

Έτσι πρέπει. Να μεγαλώσεις και να σοβαρευτείς, αυτό θα ήταν το  λογικό…

Ποιος ορίζει στα αλήθεια εκείνη την λεπτή μαθηματική εξίσωση με συνιστώσες την ηλικία και την λογική βρε μαμά;

Δεν βλέπεις ότι μεγαλώνω; Πόσα να διαχειριστώ πια; Μεγαλώνω, μαμά! Οι υποχρεώσεις με πνίγουν, μαμά! Είναι φορές που θέλω να τρέξω, να χωθώ στην αγκαλιά σου Ευαγγελία μου και ας μην χωράω επειδή έγινα σαν βόδι. Τα βράδια όταν βλέπω εφιάλτες και φοβάμαι, δεν μπορώ να έρθω στο κρεβάτι σου. Μεγάλωσα πια! Έχω το δικό μου σπίτι πλέον! Έμαθα να κοιτάω μόνος μου τους φόβους μου κατάματα. Ανάβω τα φώτα μέχρι να μου περάσει ο φόβος και να ξεχαστούν οι εφιάλτες που έγιναν πια περισσότεροι από τα όνειρά μου.

Ωρίμασα, μαμά! Μα γιατί δεν το βλέπεις; Πλέον δεν σπαταλάω χρόνο σε σκέψεις, υποθέσεις και διλήμματα. Αποφεύγω ανώφελες συζητήσεις και αν χρειαστεί φοράω και φτερά σε όλα τα τετράποδα. Λίγο μετά την αφετηρία των δεύτερων «- άντα», αν χρειαστεί θα πετάξει ακόμα και ο ελέφαντας και ας έχει πολύ μικρά φτερά! Τόσο απλά! 

Τρόμαζω, μαμά! Πλέον οι «φίλοι» σπαράζουν με τη χαρά μου και χαίρονται με τη λύπη μου. Θυμάσαι, μαμά, κάποτε που δεν μπορούσες καν να απαριθμήσεις τους φίλους μου; Άλλαξαν οι εποχές. Πονάει πολύ να μην σε αγαπάνε όσοι αγαπάς. Μεγάλωσα και με το ζόρι η ζωή μου έμαθε την σημασία μερικών λέξεων. Οικογένεια, φίλοι, συνεργάτες και γνωστοί. Έμαθα να διαχωρίζω τους ανθρώπους σε δυο κατηγορίες. Αυτοί που ήρθαν στην ζωή μου για πάντα και αυτοί που απλά πέρασαν. Οι πρώτοι είναι ακόμα εδώ. Δεν διστάζουν να μείνουν μαζί μου στο σκοτάδι κρατώντας μου το χέρι στην πορεία για το φως. Οι άλλοι έγιναν δάκρυα στα μάτια, κύλησαν και έπεσαν λυτρωτικά στο πάτωμα.

Ψήλωσα, μαμά! Το μικρό κεφαλάκι που κάποτε χάιδευες έγινε κεφάλα και γέμισε άσπρες τρίχες. Να σου πω και κάτι άλλο; Απέκτησα και ρυτίδες! Θυμάσαι που μου έλεγες: «μη γελάς τόσο έντονα, γιατί θα κάνεις ρυτίδες». Αυτές τις ρυτίδες λοιπόν τις αγαπάω κάθε μέρα και πιο πολύ, γιατί μου θυμίζουν πόσες φορές γέλασα για να μην κλάψω σε κάθε αναποδιά. Ρυτίδα και πέσιμο Βαγγελιώ μου…

Θυμώνω, μαμά! Χθες κάποιοι έφηβοι μου μίλησαν στον πληθυντικό. Εκνευρίστηκα πολύ, δεν στο κρύβω. Ο συνδυασμός πληθυντικού με εκείνο το «κύριε» πόνεσε πολύ, μαμά!

Ψάχνομαι, μαμά! Ερευνώ τα πάντα. Το σαράντα μπρος στο δύο με έκαναν ακόμα πιο καχύποπτο και έχω την ανάγκη να αναλύω στον έσχατο βαθμό και την πιο μικρή λεπτομέρεια του κάθε συμβάντος.

Προόδευσα, μαμά! Δεν είμαι εγωιστής πια, πλέον μπορώ να ζητήσω «συγγνώμη». Μερικές φορές, παρότι δεν φταίω, το λέω συνειδητά αυτό το «συγγνώμη» για να ξεμπερδεύουμε. Επίσης κάπου εκεί στα σαράντα μου έμαθα να αναγνωρίζω και τα λάθη μου. Δεν θα πιστέψεις πόσα έμαθα από αυτά τα λάθη!

Ωρίμασα, μαμά! Πλέον δεν με νοιάζει τι θα πει ο κόσμος, γιατί σε τελική ανάλυση δεν τον ρώτησα και ποτέ κάτι αυτόν τον κόσμο. Έσπασα όλα τα στερεότυπα, κανόνες, πρέπει και μη. Ζω τα όνειρά μου και συνειδητά επιλέγω το ρίσκο από τον ανούσιο συμβιβασμό. Δημιούργησα το μέλλον μου και κατάφερα επιτέλους να υπογράψω συμφωνία ειρήνης με τον εαυτό μου. Αντιμετώπισα τους φόβους μου. Άναψα ένα βράδυ φωτιά και έκαψα όλα όσα με πόνεσαν. Χόρεψα γύρω από τις φλόγες αποχαιρετώντας όλους τους δαίμονες του παρελθόντος, βάζοντας στην θέση τους τον Θεό. Κράτησα όλες τις όμορφες αναμνήσεις φτιάχνοντας αληθινά παραμύθια με όμορφο τέλος και τα αφηγούμαι στην κόρη μου. Έπειτα, της λέω καληνύχτα, της δίνω ένα φιλί και κοιμάμαι ήσυχος. Δεν χρειάζομαι κανενός τα παραμύθια για να χαρώ, είμαι ευτυχισμένος στα αλήθεια μαμά!

Ξενέρωσα, μαμά! Στα αλήθεια η αριθμοί πλέον με εκνευρίζουν, πόσο μάλλον η ηλικία που είναι απλά ένας ακόμα σαν τόσους άλλους. Εκνευρίζομαι ειδικά με εκείνα τα μηδενικά που αρχίζουν να παίρνουν αξία μετά την τελεία. Τις λέξεις αντίθετα τις αγαπώ. Μεγαλώνω και μόνο οι λέξεις μπορούν να μετρήσουν τις φορές που με έριξαν κάτω και σηκώθηκα όρθιος για να αρχίσω από την αρχή. Με έριξαν, δεν έπεσα! Δεν μου ταιριάζει η πτώση, άσε που δεν ξέρω ποιος μπορεί να με σηκώσει τόσο που πάχυνα.

Ξαλάφρωσα, μαμά! Κάθε χρόνος που έρχεται στη ζωή μου είναι απαλλαγμένος από «φορτία» και σκέψεις που κάποτε έμοιαζαν σημαντικά. Πλέον είναι ανούσια για μένα. Έμαθα να εκτιμώ αυτά που έχω και να ελπίζω στον Θεό για όλα όσα θέλω.

Αναστενάζω, μαμά! Ένας κόμπος ανεβοκατεβαίνει στον λαιμό μου κάθε φορά που σκέφτομαι πως μικρός ήθελα να γίνω πιλότος και τα μάτια μου με πρόδωσαν αφήνοντάς με καθηλωμένο στην γη. Προσπαθώ όμως αν μη τι άλλο να γυρίσω τον κόσμο έστω και σαν επιβάτης και κάθε μέρα να «πετάω» έστω και μεταφορικά…

Γελάω, μαμά! Γελάω με μένα που κάποτε βιαζόμουν να μεγαλώσω και μαζί με μένα μεγάλωσαν όλα! Ευθύνες, προβλήματα και υποχρεώσεις…

Υποφέρω, μαμά! Οι τούρτες με τρομάζουν, ποτέ δεν τις είχα σε εκτίμηση. Πόσο μάλλον τη φετινή που ξεκίνησε να μοιάζει με πολυέλαιο. Ακόμα περιμένω, μαμά. Περιμένω να μου αφαιρεθεί εκείνη η κορονο-χρονιά που μου χρεώθηκε ολόκληρη και ας μην έζησα ούτε την μισή…

Γερνάω, μαμά! Γερνάω και αναλογίζομαι τα χρόνια που πέρασαν και με άλλαξαν. Ίσως και να μου αρέσει το νέο μου εγώ, δεν αποφάσισα ακόμα. Γερνάω και μετανιώνω μόνο για όλα εκείνα που δεν έζησα. Για όλες εκείνες τις φορές που δείλιασα και ακολούθησα τα «πρέπει» του μυαλού, αντί τις φωνές της ψυχής.

Επαναπροσδιορίζομαι, μαμά! Κάπου εκεί στα σαράντα δεν νιώθω μικρός, αλλά ούτε και μεγάλος. Είμαι στο μέσο μιας διαδρομής, στο μέσο της ευθείας. Να επιστρέψω στην αφετηρία αποκλείεται οπότε λέω να συνεχίσω μέχρι το τέλος. Όσο διαρκεί αυτή η ευθεία θα πορεύομαι με σαφώς λιγότερες αντοχές και πολύ περισσότερες σκοτούρες πανέτοιμος να κερδίσω όλες τις μάχες που θα επιλέξω να δώσω μονάχα εγώ…

Τρομάζω, μαμά! Μαζί με μένα μεγαλώνουν και όσοι αγαπώ. Το αναπόφευκτο λογικό «τέλος» πλησιάζει. Άρχισα να βιώνω τις απώλειες και αυτό είναι το μεγαλύτερο πλήγμα της ενηλικίωσης. Και ας λένε μερικοί πως οι άνθρωποι δεν φεύγουν και γίνονται φυλακτά στην ψυχή μας. Εγώ φοβάμαι, κατ’ ακρίβεια, σιχαίνομαι την απώλεια.

Διαβάζω, μαμά! Τώρα τελευταία το έριξα στην ψυχολογία και κάπως γίναμε κολλητοί με τον Σοπενχάουερ. Ίσως και αν ζούσαμε στην ίδια εποχή θα μπορούσαμε στα αλήθεια να είμαστε κολλητοί με το άτομο. Ο κολλητός έγραψε μαμά πως ένας άντρας μεγαλώνει όταν χάσει τον πατέρα του και ωριμάζει όταν φύγει από την ζωή η μητέρα του. Δεν ξέρω αν είμαι έτοιμος να μεγαλώσω και να ωριμάσω. Τρομάζω και μόνο στην ιδέα!

Ρωτάω, μαμά! Θα μπορούσα να μείνω για πάντα παιδί;