Το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά
Η Αγία Αικατερίνη μαρτύρησε για τον Χριστό στις αρχές του 4ου αιώνα, στην Αλεξάνδρεια. Συνδέθηκε όμως άρρηκτα με το Όρος Σινά μετά την θαυμαστή εναπόθεση του ιερού λειψάνου της στην ψηλότερη κορυφή της Σιναϊτικής Χερσονήσου και την μεταφορά του αργότερα στην Μονή του Σινά.
Για την ένδοξη Αγία διεσώθηκαν “μαρτύρια”, εγκωμιαστικοί λόγοι, συναξαριακές διηγήσεις, ασματικοί κανόνες και ποιητικές συνθέσεις που εξιστορούν τον βίο και το μαρτύριο της και έχουν αποτελέσει το αντικείμενο συστηματικής μελέτης των επιστημόνων από τον 18ο αιώνα εως σήμερα.

Ιστορικά, η παλαιότερη μαρτυρία για ύπαρξη μοναστικής ζωής στη περιοχή είναι του 381-384 μ.Χ.
Επί βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, ανάμεσα στο 527 και 565, ανεγέρθηκε η μονή στο σημείο που βρισκόταν η “φλεγόμενη βάτος” του Μωυσή. Το μέρος θεωρείται ιερό για χριστιανούς, μουσουλμάνους και Εβραίους.
Ως απάντηση σε αίτημα μοναχών της μονής για προστασία, η μονή έλαβε από τον Μωάμεθ “ιδιόγραφη υποχρέωση” ή Διαθήκη (Αχτναμέ), επικυρωμένη με το αποτύπωμα της ίδιας της παλάμης του, που περιγράφει τα δικαιώματα των χριστιανών που ζουν με τους Μωαμεθανούς.

Η Μονή με τη σπουδαία βιβλιοθήκη
Η βιβλιοθήκη της μονής διατηρεί την δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων και Κωδικών της πρωτοχριστιανικής περιόδου, μετά από αυτή του Βατικανού.
Μεταξύ των κειμηλίων της Μονής, ξεχωρίζει η συλλογή των φορητών εικόνων, η πλουσιότερη αριθμητικά και σημαντικότερη παγκοσμίως. Το Σινά είναι από τους ελάχιστους τόπους όπου σώζονται εικόνες του 6ου και 7ου αιώνα, απαράμιλλης ομορφιάς και τεχνικής. Εδώ βρίσκονται και οι παλαιότερες εικόνες του Χριστού και της Παναγίας.
Μεγάλης αξίας είναι και η συλλογή των 80 Σλαβικών χειρογράφων
Σώζεται από την πρώιμη Σλαβική Γραμματεία του 10ου-11ου αιώνα και φθάνουν εώς την υστεροβυζαντινή περίοδο. Αρκετά έχουν γραφεί στην “γκλαγκολιτική” γραφή, που επινόησαν οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος για να αποδώσουν στην σλαβική γλώσσα τα ιερά κείμενα.
Η Βιβλιοθήκη του Σινά συγκαταλέγεται μεταξύ των φημισμένων βιβλιοθηκών που διαθέτουν συλλογές παπύρων. Πρόκειται για 125 τμήματα και 22 σπαράγματα, αρκετά εκ των οποίων ανάγονται στον 6ο αιώνα και παραδίδουν σημαντικά κείμενα.
6 ώρες πεζοπορία για την κορυφή
Εντός του χώρου της Μονής η κίνηση των επισκεπτών είναι προδιαγεγραμμένη και προσχηματική.
Θεωρείται δεδομένη η σεμνότητα της περιβολής ως προς τον χώρο και δεν επιτρέπονται οργανωμένες ξεναγήσεις και μαγνητοσκοπήσεις.
Για την άνοδο στην Κορυφή πρέπει υπολογίζουμε συνολικό χρονικό διάστημα πέντε εώς επτά ωρών.

Υπάρχουν δύο δρόμοι, ο ιστορικός και ο νεώτερος, που αρχίζουν πίσω από την Νοτιοανατολική πλευρά της Μονής. Ο πρώτος είναι συντομότερος, αλλά αρκετά ανηφορικός και δύσβατος. Στο μεγαλύτερο μέρος του είναι διαμορφωμένος με απότομα σκαλοπάτια.
Για το μεγαλύτερο μέρος του είναι δυνατόν να μισθώνονται καμήλες, που πάντοτε είναι διαθέσιμες έξω από την Μονή. Στην συνέχεια ακολουθεί πεζοπορία σε πέτρινα σκαλοπάτια προς την Αγία Κορυφή.
Πηγή dinfo.gr/